June 12, 2012

ΣκατάΣταΜούτραΣας


Εξετάσεις.

Καύσωνας.

Χαριτωμένα μπιτάκια που εξυμνούν (ίου) την αγάπη.

Βόλτες στην παραλία.

Και πλησιάζει και η 21η Ιουνίου (η μέρα που και καλά μπαίνει επισήμως το καλοκαίρι, άλλο εάν απ’ τον Απρίλη η ζέστη μας έχει ξεκωλιάσει).

Έρχεται λοιπόν το καλοκαίρι και όπως κάθε καλοκαίρι, ο κυνικός, πεσιμιστικός, σιχαμένος μου εαυτός, επιστρέφει.
Όλοι, ό-λ-ο-ι, ΟΛΟΙ, με εκνευρίζετε. Μιλάτε συνεχώς για το καλοκαίρι και πόσο πολύ περιμένετε να περάσετε γαμάτα και να κάνετε ένα σωρό καινούρια πράγματα και να βρείτε τον καλοκαιρινό σας έρωτα και να πάτε εδώ, εκεί, παραπέρα. Αλλά γκες γουάτ μπίτσιΖ. ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΣΑΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΟΠΩΣ ΤΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΚΑΙ ΠΑΕΙ ΛΕΓΟΝΤΑΣ. Σκατά θα περάσετε. Δεν θα κάνετε ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΤΙΠΟΤΑ, γιατί θα καίγεστε όλη μέρα στις σειρές, στη σαπίλα του φέιςμπουκ και στον καρκίνο του 9γκαγκ και θα σηκώνετε μόνο το κωλί σας απ’ τον υπολογιστή κάθε βράδυ για να βγείτε να ξενυχτήσετε (που ακόμα κι αυτό δεν θα το φχαριστιέστε γιατί θα το κάνετε από συνήθεια και μόνο). Το πολύ-πολύ να σηκωθείτε για να πάτε και καμιά παραλία, να δείτε κώλους που ποτέ δεν θα πιάσετε, κοιλιακούς που ποτέ δεν θα απολαύσετε , να βγάλετε φωτογραφίες με μαγιό για να ανεβάσετε στο φέιςμπουκ όπως-κάθε-γαμημένο-καλοκαίρι (μόνο που φέτος θα είστε 5-6 κιλά παραπάνω. μουχαχα) και θα σας μείνει μόνο το ξεραμένο απ’ το αλάτι και κατακόκκινο απ’ τον ήλιο δέρμα σας (το οποίο θα έχει βγάλει ΚΑΙ φλύκταινες), να σας θυμίζει πόσο μίζεροι είστε.  Και μετά θα έρθει ο Σεπτέμβρης που θα αναλογίζεστε τι κάνατε όλο το καλοκαίρι λέγοντας “πόσο γρήγορα πέρασαν οι μέρες, νιώθω λες και δεν εκανα τίποτα” ως συνήθως, χωρίς να αντιλαμβάνεστε ότι κάθε-γαμημένο-χρόνο παραπονιέστε για το ίδιο πράγμα και δεν κάνετε τίποτα γι αυτό.

Και εγώ με τη σειρά μου, τα καλοκαιρινά πρωινά θα κλείνομαι στο σπίτι με το σκύλο και τη γάτα μου, να ακούμε mary and the boy, σαν καλή έκφυλη οικογένεια που είμαστε, ενώ τα βράδια θα τα περνάω πεταμένη στη γνωστή τρύπα, κάνοντας τι ίδιες μαλακίες, πατώντας τα ίδια κλάματα και τις ίδιες υστερίες, γυρνώντας σπίτι ξημερώματα, παραπατώντας (γιατί λεφτά για ταρίφες ΔΕΝ), μες τη ζάλη που προσφέρει το αλκοόλ.

Με λίγα λόγια και εγώ τα ίδια θα κάνω όπως-κάθε-γαμημένο-καλοκαίρι, μόνο που εγώ μισώ το καλοκαίρι και αντιλαμβάνομαι ότι κάνω τα ίδια και τα ίδια και δεν ενθουσιάζομαι σαν παιδί τα χριστούγεννα για να με πιάνει κατάθλιψη στο τέλος. Τώρα θα μου πείτε “αυτό είναι καλό?”. Κι εγώ θα σας πω “όχι”. Οπότε σκατάκαισταδικάμουμούτρα.

Και κάπου κατά κει καταλαβαίνω ότι μισώ τον κόσμο σας τόσο πολύ. Ίσως γιατί νιώθω πως ο κόσμος σας μισεί εμένα. Αλλά δεν καταλαβαίνω το γιατί.


P.S Μου ήρθε περίοδος.

June 11, 2012

Πίσω στο μηδέν


Μ' αρέσει να γράφω που και που για σένα στο blog μου.
Σε θυμάμαι τις στιγμές που θέλω να σε θυμάμαι. 
Σε υγιής, μικρές δόσεις.
Αν και η μνήμη μου με δυσκολία μπορεί να ζωγραφίσει τη μορφή   σου. 
Νομίζω σε αδικεί πολύ.
Και είναι και οι φορές που τρυπώνεις στο μυαλό μου ύπουλα, σε μορφή ονείρου. 
Αυτό δεν αντέχεται. 
Κάνεις τις διαταραχές ύπνου μου να επανέρχονται.

June 9, 2012

Before my innocence was lost


Είναι τόσο παράξενο.

Σχεδόν αυθόρμητα προσπαθώ να αγγίξω τα πρόσωπά σας, μέσα απ’ την οθόνη του υπολογιστή.

Μου φαίνονται ψεύτικα. Σχεδόν όχι οικεία.

Έχουν περάσει 2-3 χρόνια, κι όμως, μου φαίνεται σχεδόν αιώνας.

Έχω τόσο καιρό να σας δω, που ώρες-ώρες νιώθω πως ξεχνάω τη μορφή σας.

Ώρες-ώρες νιώθω λες και δεν υπήρξατε ποτέ.

Αλλά υπήρξατε.

Τραγουδούσαμε μαζί МакSим. Κάναμε κατσάκι τις πρώτες ώρες και πηγαίναμε στο φλο καφέ, είτε για να διαβάσουμε είτε για να παίξουμε taboo. Πειράζαμε την Τούφα για το ίδιο γούστο με την Αγγελίδου.  Καπνίζαμε κρυφά στις τουαλέτες. Ανεβοκατεβαίναμε την κυλιόμενη σκάλα και κόβαμε βόλτες στο εμπορικό, χωρίς να διαθέτουμε ούτε μισό ευρώ. Κολλούσαμε στον τοίχο, στις τουαλέτες του φλο, για να αγκαλιάσουμε τον ανώνυμο γκόμενο. Μοιραζόμασταν μία κολόνια, που οι μισές δεν την έβαλαν καν. Μαζευόμασταν τσούρμο σε σπίτι για να μαγειρέψουμε, να χορέψουμε, να κυνηγιόμαστε και στο τέλος να καθαρίζουμε κιόλας (ή μόνο η Θέο καθάριζε?).  Καπνίζαμε το μες-το-άγχος-τσιγάρο λίγο πριν μπούμε για να γράψουμε ενδοσχολικές. Παίζαμε survivor μέχρι να φτάσουμε στον καταράχτη. Το ατέλειωτο περπάτημα στο Mall της Αθήνας και τα βρώμικα τσιγάρα. Οι βόλτες με αυτοκίνητο και δύο εραστές, στην Κομοτηνή.  Το σοκολατένιο λαγουδάκι απ’ τη Γερμανία. Η πρώτη μου γνωριμία με τον ξάδερφο. Οι τούμπες με τα ρόλλερς πίσω απ’ το Μουσικό και τα μαθήματα για να ρολλάρεις ανάποδα στον πάνω όροφο του Κοσμόπολις. Και άλλα, πάρα, μα πάρα πολλά που είτε δεν μπορώ να θυμηθώ, είτε δεν μπορώ να πω.

Και μετά είναι οι καυγάδες. Οι καυγάδες, οι φωνές, τα κλάματα, τα αίματα, τα ατυχήματα, οι πισώπλατες μαχαιριές, που όμως για κάποιον περίεργο λόγο, δεν με νοιάζουν καθόλου πια. Λες και δεν είχαν γίνει ποτέ, λες και δεν με ενόχλησαν ποτέ. Ίσως γιατί έμαθα να κρατάω μόνο τα καλά. Είναι παρελθόν τώρα πια. Εσείς είστε παρελθόν τώρα πια. Ένα παρελθόν όμορφο.

Και μου λείπετε. Μου λείπετε πολύ. Και θέλω να σας ξαναδώ.    

June 7, 2012

Love is pain and we'll do it again

Ρούχα και πράγματα πεταμένα παντού.
Το πάτωμα γεμάτο αποτσίγαρα και γυαλιά σπασμένα.
Η μουσική, δυνατή, να παίζει τα ίδια κομμάτια ξανά και ξανά απ’ το βράδυ, μακάβριες τρίλιες, που θυμίζουν παρελθόν.
Και μετά εγώ, εγώ με τα ίδια ρούχα από χτες.
Με μάτια μπλαβιασμένα απ’ την αϋπνία και το ξεχασμένο μακιγιάζ.
Βρώμικη.
Βρώμικη, από ένα μείγμα κρασιού και βότκας, ανθρώπινων υγρών, στάχτες και σκέψεις.
Σκέψεις άσχημες, χαοτικές.
   Δεν ξέρω τι πάει στραβά αυτή τη φορά. Δεν είναι όπως πριν, όχι, δεν είναι.
   Στο παρελθόν ήξερα ποιους δαίμονες προσπαθούσα να πολεμήσω.
  Αλλά τώρα, όταν ανοίγω τα μάτια μου, δεν υπάρχει τίποτα, καμία απειλή. Αλλά συνεχίζω να μένω τρομοκρατημένη. Δεν ξέρω τι παλεύω να διώξω μακριά.
   
   Και είμαι εκεί. Σε ένα ξένο κρεβάτι. Χωρίς να ξέρω που να ψάξω –χωρίς να ξέρω καν τι ψάχνω. Ίσως ψάχνω αυτό το κάτι που να με γεμίζει. Αυτόν τον έναν, που αναλογεί στον καθένα μας, αλλά κανένας δεν τον βρίσκει.
Και όλοι ψάχνουν. Και συνεχίζουν να ψάχνουν.
Μήπως είναι αυτός;
Και στροβιλίζονται σε κρεβάτια –να, όπως εμείς οι δύο– και σε πατώματα και σε γρασίδια και παντού.
Και αν τον βρεις; Θα κρατηθείς σ’ αυτό; Θα αντέξεις τα συναισθήματα; Ή θα γυρίσεις πίσω;
Το ξέρω, πίσω θα γυρίσεις.
Πίσω στο ψάξιμο, γιατί όταν βρίσκεις αυτό που θες, νιώθεις κενός, γιατί δεν έχεις τίποτα να ψάξεις, τίποτα να κυνηγήσεις.
Ή όχι;



Θυμάμαι όταν είχα βρει εσένα. Εσένα, που έφυγες –που σ’ άφησα να φύγεις. Νομίζω ήσουν αυτό που έψαχνα. Και όταν σε βρήκα, απλά άρχισα να σε διώχνω με-όποιο-γαμημένο-τρόπο-μπορούσα. Και όταν έφυγες μακριά, μου άφησες πίσω πόνο. Ατόφιο, ανόθευτο πόνο.
«Θα σε κάνω να πονάς και θα σου μάθω να σ’ αρέσει», ψέλλιζες καθώς έκλεινες νωχελικά την πόρτα πίσω σου, μετά από κάθε καυγά, φωνές και υστερίες.
Μόνο αυτό μου έμεινε από σένα. Μόνο αυτό αποζητάω πια. Μόνο αυτό με ευχαριστεί και με γεμίζει. 

June 5, 2012

I. Will. Battle. For. The. Sun.


Ίσως είναι  βράδυ.

Ίσως είναι απλά σκοτεινά.

Τα μάτια σβήνουν, χάνεσαι και κρύβεσαι σα να φταις που υπάρχεις. Περνούν οι στιγμές και εσύ πεθαίνεις γιατί κάθε καινούργιο πρωινό σημαίνει θάνατος. 
Νόμιζα ότι προσπαθώ να ζήσω, ότι τα κατάφερνα μα έκανα λάθος, γιατί αυτό το άρρωστο βλέμμα στον καθρέφτη είναι νεκρό, ανήκει σ’ έναν άνθρωπο χωρίς ψυχή, κρύο και ξέθωρο.



  Φοβάμαι το σκοτάδι.

Tο σκοτάδι που απλώνεται μέσα μου, γιατί με κάνει να χάνω το μυαλό μου.

 Φοβάμαι τον εαυτό μου.

Tον εαυτό μου που σα να ερωτεύτηκε τη νύχτα μου τρώει τα σωθικά. 

Και τρέχω.

Tρέχω μακριά μου μη με βλάψω κι άλλο. 

Σε παρακαλώ. Σε παρακαλώ, δείξε μου το φως. 
Οδήγησε με σ’ αυτή την ηλιαχτίδα που φωτίζει το βλέμμα σου.