July 5, 2016

Η Δράκαινα

Πώς καμιά φορά τα φέρνει έτσι η τύχη και κάποια στιγμή της ζωής σου αποκτάς ένα κουσούρι?
Ένα σκάρτο πόδι που σε ταλαιπωρεί και δεν μπορείς να τρέξεις ή μια μικρή καμπούρα στην πλάτη ίσως, που σ' εμποδίζει να σταθείς στο ύψος σου.
Ε, εγώ στα 12 απέκτησα μια Δράκαινα.
Ένα μαυριδερό, γκροτέσκο πλάσμα, με αμυγδαλωτά, σμαραγδένια μάτια και αγκαθωτή ράχη που κατοικεί στην σπονδυλική μου στήλη.
Τον περισσότερο καιρό τον περνάει κουρνιάζοντας μισοκοιμισμένη στο κύρτωμα της μέσης μου, με την ουρά της ασφυκτικά τυλιγμένη, χαμηλά, γύρω απ' τον κόκκυγα -μια άκρως ενοχλητική παρουσία που μ' αφήνει συνήθως κουρασμένη και αδιάθετη.
Αυτές είναι οι καλές μέρες.
Τις κακές μέρες, η Δράκαινα ξυπνάει.
Ξετυλίγει τον σφιχτό κλοιό της σκληροτράχηλης ουράς της, τεντώνεται, και μπήγοντας τα κοφτερά της νύχια, ξεκινάει να σκαρφαλώνει έναν έναν τους σπονδύλους μου.
Όταν πια φτάσει στη βάση του κρανίου μου, κουλουριάζεται εκεί, και ανοίγει διάπλατα το φιδίσιο της στόμα.
Και τότε την ακούω.
Ακούω την απαίσια, συριχτή φωνή της και τη φαρμακερή της γλώσσα -εκεί- πίσω απ' το αφτί μου, να βουτάνε στον οχετό των σκέψεών μου.
Να χορεύουνε αντάμα, ν' αγκαλιάζονται, να τυλίγονται, να μπερδεύονται, να γίνονται ένα μεταξύ τους -μέχρι που μου είναι πια αδύνατο να ξεχωρίσω τις δικές μου σκέψεις απ' τα αισχρά, αποκαρδιωτικά της λόγια που μ' αρρωσταίνουν.
Όταν πια με έχει κάνει κουρέλι, ηρεμεί.
Γλιστράει στη τσουλήθρα της παιδικής χαράς της που κατήντησε το σώμα μου, και παίρνει πάλι την αρχική της θέση.
~
Όταν με ρώτησε γιατί έχω την ανάγκη να δώσω μια μορφή στην κατάθλιψη, της απάντησα ότι εάν δεν το κάνω, θα με καταβροχθίσει.
Αν δεν της δώσω υπόσταση, κάτι χειροπιαστό, με σάρκα και οστά, κάτι που μπορείς να πληγώσεις -να σκοτώσεις- τότε το θάρρος μου θα φτερουγίσει, τα πόδια μου θα τρέμουν απ' το φόβο και τα γόνατά μου θα πέσουν βαριά στο έδαφος.
Αλλά όσο κι αν με διαβεβαιώνει ότι περνάει, εγώ πιστεύω ότι απλά φεύγει.
Έρχεται και φεύγει. Ξανά και ξανά. Δεν εξαφανίζεται, δεν σ' εγκαταλείπει.
Είναι εκεί όταν κοιμάσαι. Και είναι εκεί όταν ξυπνάς.
Είναι εκεί όταν γελάς με τους φίλους σου και όταν γυρνάς το απόβραδο στο σπίτι.
Και όταν πια επαναπαύεσαι νομίζοντας ότι είναι νεκρή, είναι εκεί και ξυπνάει.
Κι αρχίζει να σκαρφαλώνει.
Και μέχρι ο θάνατος να χωρίσει την ψυχή απ' το σώμα, η Δράκαινα θα χωρίζει τα πάντα απ' την ψυχή.